Ετικέτες

Δευτέρα 1 Ιανουαρίου 2024

Η μηχανή του κόσμου

Γέννηση και θάνατος στην μέση η ζωή, πολύ που απασχολεί...ειρωνικά το λέω, στην ερμηνεία αυτή πολύ οι λόγιοι και οι σοφοί να μην τα ξαναλέω. 

Διαβάζοντας ένα βιβλίο λίγοι κοντοστέκονται και ελάχιστοι πισωγυρνάνε, οι περισσότεροι θέλουν να μάθουν την συνέχεια και τρέχουν, ξεφυλλίζουν, παραγράφουν παραγράφους, για να τελειώσουν να κλείσουν την ιστορία, το νοημά τους. Το νοημά τους, αυτό που γίνεται γραφέας παρά τον συγγραφέα παραφραστικά με αλλοιωμένο σήμα στα βραχέα, εννοιολογικά όμως παραπλύσιο(σωστά το γράφω). 

Άσπρες λοξές σελίδες και λίγο σοβαρότητα λόγο αλλαγής ζωής εδώ στο μέσο αυτηνής, με λίγη αδιαντροπιά μα και αβρότητα. Πάντα με οδηγό τα κεφάλαιά σας, τα κεφάλια σας τα κεφαλαία σας.

Συμβολισμος κλεισίματος //////  

    

 

κι εμείς; τι θα απογίνουμε εμείς;

εμείς

που δεν έχουμε θεό

κι έτσι χωρίς κληρονομία πως θα βαδίσουμε;

Μόνο με γνώση περριτή που θα μιλήσουμε;

μόνο με καλοσύνη κι ανθρωπιά τι θα αφήσουμε;

κι αν δεν το επιθυμούμε;

να ταχθούμε 

πως η μνήμη μας θα μείνει όταν πολεμήσουμε;

άθεοι,άθρησκοι πες μας όπως θες 

εμείς

σαγινεμένοι απο τ άγνωστο 

λάτρεις του τίποτα που ναι γνωστό

μια δρασκελιά χώρο και για μας μια μνήμη


////// 


Συχνά διαβάζω για ξεχασμένους ποιητές 

να πονέσω και γω μαζί τους 

να συμπονέσω την μοίρα που χάνεται σε δυστηχήματα 

τυχαία εξαρτήματα της μηχανής του κόσμου.

Με παίρνουν τα κλάματα 

μα σκουπίζομαι γρήγορα μην με δει το αστέρι μου και ντραπεί 

παραξενευτεί μήπως δεν έλαμψε αρκετά.

Τόσες φορές που φωνάξαμε φτάνει 

Τόσες φορές που με τα μάτια είπαμε...γύρνα πίσω.

Κρυώνουν οι μηχανές, κρυώνουν και οι κόσμοι 

χειμώνας είναι

και αρνούνται κι αυτές, να τρέξουν 

άραγε, μ αυτήν την λιγοστή φαντασία τους

σ όλα τους τα ταξίδια τους 

να απέκτησαν ανθρωπιά...

 

//////  

 

Ένας τσαρλατάνος , 

ένας κωμικός που δεν μπορεί να κρατήσει το κοινό του

ζεστό 

που δεν μπορεί να παραμείνει μια περσόνα 

κι ολοένα θυμάται την αλήθεια του

μην μείνει φτωχός και πένης 

κλητό, στην γενική του πένητος 

στο τι του ανοίκει ή τι δανείστηκε

από χαμόγελα βροχή και εικόνες και λάμψεις και μάτια.  


//////  


Όλο και πας να σβήσεις κι ακόμα τσουλάς

μαγκούφα ... ψυχοβγάλτησα

τα βράδια, 

συγνώμη, 

τα πιό βράδια απ' εκείνα των καθωσπρέπει

πριν να κοιμηθώ σε σκέφτομαι 

πως να σε ξεκινήσω το πρωί;

είχαμε ένα μιραφιόρι που τ' αγαπούσε ο πατέρας μου, σαν τέτοιο είσαι και του λόγου σου

ανόητη κουτή μηχανή του κόσμου που διάλο μας πας κι εσύ.


//////  



Μπορεί να γινόταν αλλιώς 

Φράση μάστιγα μαστίγωμα ελπίδας 

Μιας στιγμιαίας ρητοριας 

Έγινα πάλι εγώ 

Τόσα χρόνια γυρνούσα σαν δύο 

Και τα κατάφερα τελικά, 

Ξέχασα 

Κι έτσι γιατρευτηκα δεν σου χρωστάω τίποτε πια. 

Κι όταν δεν χρωστάς, λένε,  είσαι ελεύθερος και δεν φοβασαι 

Χτες το πρωί κοίταξα τον κόσμο αδιάφορα,  τόσο που αναρωτήθηκα αν είμαι εδώ.


Λίγες είναι οι στιγμές μου το παραδέχομαι 

κι ας ήθελα να τις γυαλίσω να μοιάζουν σε διαμάντια.

Τώρα θα κοιμηθώ 

από αδιαφορία θα κλεισω τα μάτια 

Κι αύριο από συνήθεια θα αδιαφορώ να ζω 



////// 

Η μηχανή του κόσμου είναι υβριδική. Παλιότερα δούλευε όπως η μηχανή του κιμά. Πέταγες μέσα κοκκαλα, κορμιά,χώματα, λεφτά,σκουπίδια,πλαστικά και αυτή...βρουμμμμμ μπαμμμ γρρρρρρρρ έπαιρνε μπροστά και ετριζε τις κολώνες των θαμμένων πολιτισμών.

Τώρα τρέχει με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Δηλαδή με τα ίδια καύσιμα όπως παλιά , αλλά τώρα φοράς και μια μάσκα να μην μπει ο μολυσμένος καπνός στον πνεύμονα και έχουμε ιστορίες. Ανανεώνεις δηλαδή το φίλτρο σου ,τραβάς και το στορι σου να μην μπαίνει η δυστοπία από τις χαραμαδες σου και η ζωή τραβάει την ανηφόρα με σημαίες...με σημαίες...και με τα βούρλα!(σωστά το γράφω)

Ο Johny αιωνεί πως πρέπει να πηδήξουμε βαγόνι

Ο sunshine αιωνεί πως πρέπει να αλλάξουμε το ντεκόρ 

Ο γιγαντακος αιωνεί πως πρέπει να συνεχίσουμε την ηλεκτροκολληση 

Ο παυση αιωνεί πως πρέπει να τραβήξουμε τον μοχλό επείγουσας ανάγκης 

Ο Μποναπαρτ αιωνεί πως πρέπει να πετάξουμε όλους εσάς τους επιβάτες έξω από το παραθυρό με τις κλωτσιές και να μείνουμε μόνοι μας 

Αυτό το γκάλοπ όσο περνάει ο καιρός περιπλέκεται ακόμα περισσότερο και δεν βρίσκω καμία δημοσιευση του σωστή η λανθασμένη. 

Καθισμένος σταυροποδι εξω-πάνω στο μεταλλικό ταβάνι και ενώ ο αέρας κάνει αστείες γκριμάτσες με το στόμα μου, βλέπω την αρχή ενός τούνελ και αναρωτιέμαι αν θα γίνω το κογιότ στο ροουντ ρανερ η θα χωθώ σε ένα σκοτάδι βαθύ, παρέα με την μηχανή του κόσμου. 



////// 


Απ' όλες τις αισθήσεις 

Το πιο καθαροπαίδι

Είναι η οσμή 

Δεν μπόρεσε ψέματα ποτέ να πει 

και όλες τις βρομικες ελπίδες τις φυλάκισε

Τις έκανε μνήμη 

Εμείς, οι αλλεργικοί, ξέρετε...τζογάρουμε 

Σαν τα καναρίνια που βάζανε στα ορειχία για δοκιμη 

και κάποια σβήσανε απ το ατμιζον θειικό οξυ


////// 


Είμαι ένα παιδί που αγαπιέμαι πολύ

από ελάχιστους κι αυτό από επιλογή 

Μιλάω με τα μάτια σας 

Γιατί η φωνή σας εφτασε να μ ενοχλεί

Όλο αρλουμπες λέει 

Και υπερασπιζεται την μηχανή 

Φοβάμαι μια μέρα μην φύγω

και μείνετε μόνοι σας στου εαυτού σας το κελί...



////// 


Τα βράδια πάνω απ το βαγόνι σκεπάζεσαι μόνο με το σωμα σου, κάνει κρύο και οι φωνές που θα πρεπε να σε ζεσταίνουν φτάνουν σαν ενοχλητικά σήματα Μορς που τρυπανε τα νεύρα σου. Είναι δύσκολες οι γλώσσες των ανθρώπων να τις μάθεις φαρσι. Οι διάλεκτοι από τους διαλεχτούς επιβάτες έχουν ιδιωματισμους που γνωρίζουν μόνο οι όμοιοι τους. Δεν τις χώνεψα και πότε...ίδιες είναι με το κροξιμο των βατράχων και τα βογκητα κατά φαντασίαν ασθενών. 

Βρέχει σημερα, την γλώσσα της βροχής την ξέρω. Την άκουγα απο μικρός στο στενό μου μπαλκόνι να μου λέει ιστορίες για τους μουσώνες και για το πάνω στρώμα του ουρανού. Κάποτε με φίλησε κιόλας,μου δώσε ένα δαγκωτό φιλί στο λαιμο και ξύπνησε όλη μου την ελπίδα για ζωή. Πέφτει σήμερα όπως πάντα,  να κρυώσει την μηχανή του κόσμου, ίσως να ελπίζει κι αυτή.


//////


Από την κατασκευή της μηχανή του κόσμου μέχρι και σήμερα, οι οδηγίες της λειτουργίας της μείνανε κρυφές. Ίσως κάποιοι γνώριζαν αποσπάσματα της μεσα στις χιλιετίες, μα με την απογοήτευση ότι δεν θα κατανοηθουν και ίσως να μην εφαρμοστούν σωστά δεν μεταδόθηκαν στην αρχέγονη γλώσσα της αγάπης. Υπήρξαν προσπάθειες από ελάχιστους εμπειρικους γνώστες να εξηγησουν, μα πριν προλάβουν να πατήσουν κουμπί ή μηχανή τους μετέτρεψε σε ρύπους. Είναι γνωστό πως όταν είσαι ένας κόκκος σκόνης μιας ερήμου,  δεν μπορείς να μιλήσεις για το πως να φυτρώνεις λουλούδια στα λειβαδεια της Ολλανδίας.



//////

 

Τα φιλιά του αποχαιρετισμού

Είναι δωρεάν 

δεν σας κοστίζουν ούτε μισή ανάσα 

Εσείς τα εμπορεύεστε και τα πουλάτε πανάκριβα 

Εσείς δεν τα δίνετε και τα σπανίζετε

ούτε καν για το ευχαριστώ του "θα σε ξεχάσω"

Φοβάστε 

Πως οι άνθρωποι φεύγουν και παίρνουν μαζί τους τα υπάρχοντα σας

Τα ποιά σας;

κάτι δανεικά που τα νοείτε δικά σας 

Ούτε σαν μετακίνηση της σκόνης σας στον αέρα δεν το είδατε

Ντροπή σας 

Κάνατε την στιγμή της ξενης της υποταγής  

δικαίωμα σας

 

 //////

 

Μαθήματα ήθους στη μέση του πλήθους 

ενώ ψάχνουμε τα απολεσθέντα 

να ενημερώσω... πως ο ευρών αμειφθήσεται

μόνο που δεν κοστολογείσαι 

σαν κάτι πίνακες που τους δώσανε ένα κομμάτι ζωή 

την ώρα που βάφανε

την ώρα που τονίζανε κάτι ζυγωματικά 

εγώ δεν είμαι ζωγράφος 

ούτε χρήματα έχω

αλλά πιο πάνω να πληρώσω απ' τους συλλέκτες

τα εύρετρα 

σε ψυχή.

Ναι... έτσι κι αλλιώς και χωρίς να ζητηθεί 

είναι που ξόδεψα πάνω απ' την μισή μου, 

να σε ορίζω ανυπολόγιστης αξίας 

 

//////

 

 

 

Το μόνο πράγμα που μεγαλώνει σ αυτόν τον κόσμο είναι η φτώχεια

καυσαέριο της μηχανής του κόσμου

όσο την σκέφτεσαι καίγεσαι μαζί της 

και θεριεύει ντουμανιάζει και τρομάζει τους στατικούς περαστικούς 

μην την αναπνεύσουν

είναι μαίος κι εγώ κρυώνω εδώ πάνω στα βαγόνια του συρμού

από επιλογή 

για τα δέντρα και τους αυτοκινητόδρομους που προσπεράστηκαν

για τα ξερόχορτα και τα ορφανά τα σκατζοχαίρια 

για την απότιστη γη που θα την βράσει το καλοκαίρι

λες και θα λείψω 

και δεν θα τα φροντίσει ο χρόνος

όσο οδηγούσα με ένα αυτοκίνητο 

δρόμους μεγάλων αποστάσεων 

σε κάθε σημείο ήθελα να κατεβώ 

να το πατήσω 

να πω στο πουθενά, εεε το πέρασα το πάτησα κι αυτό

να δώσω αναφορά πως είμαι πλούσιος, γεμάτος 

κι ότι ξέρω ποιο κιγκλίδωμα είναι σκουριασμένο και ποιο σκυλί πέθανε κάπου εδώ

μα εδώ πάνω δεν σε νοιάζει 

είναι που βρομοκοπάει ένα μαζικό εγώ 

και η βόλτα προκαθορισμενης πορείας 

τόσα χρόνια ίδια 

μέρα και νύχτα 

δρόμος της πενίας

 



Αχ αυτή η γενιά μου

δεν πόνεσε καθόλου 

έφτιαξε δαίμονες τεχνιτούς και χάθηκε στην οπτική 

έπνιξε τις άλλες της αισθήσεις της σε ένα πλαστικό κουτί

κι έβαλε κόλλα να κλείσει η πληγή.


//////

 

Ένα συναίσθημα να ταυτιστεί η αφεντιά σας σήμερα...βαθιά αξεπλυτη υποκρισία με μια εσάνς αυτοδικαιολογιας.

Όλο σας κανακεύω 

 

Κι ότι μας έλαχε 

Μαζί με ότι κρυφά επιθυμισαμε 

Σε ένα μείγμα 

Μιά από σπασμένου τηλεφώνου

ακουστική πήραμε σαν διαταγη 

Αυτό να πραγματοποιήσουμε 


Ονειρεύτηκα κι εγώ πολύ 

Τα βράδια του καλοκαιριού της αφόρητης ζέστης 

αυτή που πήρε τον μισό μου εαυτό 

Δουλειές και ανθρώπους 

και όνειρα μέσα στα ονειρα χωρίς τέλος 

Τόσο που πλημμύριασα 

σαν από αναρρόφηση 

μου βγαίναν απο το στόμα ουράνια τόξα τα συναισθηματα 

στον ύπνο μου

γιατί πάντα κοιμόμουν 

Μην με βρει την νύχτα η ντροπή σαν έβγαινε για περιπολία 


Μια μέρα θα το τελειώσω 

ειναι που ακόμα ζω 

Μόνο τα κουφαρια πετάνε έξω από την μηχανή του κόσμου 

Να ελαφρωσουν το βάρος 

Εγώ ξέφυγα 

μα ακόμα κι αν με βρουν 

Δεν θα κινδυνεψουν ποτέ να ανέβουν στο ταβάνι 

δεν αγαπάνε πια οι άνθρωποι  

δανεική κι αγύριστη την νοουνε

την αγάπη 


//////

Η μηχανή του κόσμου κινείται με νοθευμενα καύσιμα . Το ξέρουν όλοι, μόνο που δεν μπορώ να το δεχτώ, μαζί με κάτι πουλιά που τους κόβουν τα φτερά κάτι ελεύθεροι σκοπευτές μέσα από τα παράθυρα της μηχανής του κόσμου.

Τόση ώρα κρατάω τα δάκρυα μου.

Τόσες μέρες προσεύχομαι στην θεά τύχη 

Να μην θέλω να πιστέψω 

Πως της ειχαν ηδη κλεψει αλλοι το φουστάνι της 

Και γυμνή δεν θα εμφανιστεί ποτέ της

Είναι αβάσταχτο αυτό, μ ακούς;

Για μένα δεν μ ένοιαξε

Αλλα για αυτά μωρε, τα παιδιά 

Γιατί δεν χαμογελάς;

Τυχη μου, συγχωρα με...

Είναι που κάτι φορές 

Κάπου θέλω να πιστέψω 


//////

 

 

Δεν θα αλλάξω τίποτα με τα γραπτά μου.

Το πολύ πολύ να παραχαράξω τις αναμνήσεις μου 

Μακάρι όμως να μπορούσα να ομορφύνω τις δικές σου 

 

εμένα τα λίγα που διάβασα μου φτάνανε, 

αυτό ήθελα να πω 

λιτά πράγματα, ξερά μα νόστιμα και χορτάτα

κι όταν έβλεπα άλλους να μην ησυχάζουν σε φιέστες γαστριμαργίας

τους κοιτούσα υποτιμητικά

κρυφάκουγα "δώσμου την τελευταία αυτή μπουκιά" 

λέγανε στο αυτί ο ένας του άλλου

να γεμίσει κι άλλο το στομαχομυαλό να φτιάξει λίπος να επιπλέει

 

λίγα

για μένα λίγα

να γεμίσει η καρδιά,

αυτά κι όχι κιαλλα

 

με σένα όμως 

πάντα τόσα πολλά

εκεί ναι, δεν ξέρω τι να πω

είμαι ο δικαστής, ο εισαγγελεας, το ακροατήριο και ο ένοχος 

διαβάζω την ποινή μου φωναχτά

κάθε παραγραφό της 

κάθε στιγμή σ αυτή την αέναη εξομείωση


άδικος είναι ο κόσμος 

έτσι είπα σ έναν φίλο

γιατί φθηνά μας πουλάμε 

άλλοτε σε μαζική παραγγελία κι άλλοτε σαν εκπωτικά κομμάτια

κρίμα 

γιατί δεν υπαγόμαστε στην προσφορά και στην ζήτηση


//////


'Ποιο από τα έργα σας προτιμάτε;''
- Κανένα.
''Τι γράφετε τώρα;''
- Ότι μου κατέβει.
''Πότε πρωτοδημοσιεύσατε έργο σας;''
- Προ αμνημονεύτων χρόνων.
''Ποια ηλικία είχατε τότε;''
- Καμία.
''Πόσες ώρες εργάζεσθε;''
- Όσες βρω.
''Πόσες ώρες κοιμάσθε;''
- Εξαρτάται από τους γειτόνους.
''Ποιος από τους ποιητάς μας σας αρέσει;''
- Δεν ξέρω.
''Ποιος πεζογράφος μας;''
- Αγνοώ.
''Ποιος ξένος ποιητής;''
- Δεν αποφάσισα ακόμη.
''Ποιος ξένος πεζογράφος;''
- Θα σκεφθώ.
''Ποιος Έλλην θεατρικός
συγγραφέας σας αρέσει;''
- Δε σας λέω.
''Σας αρέσει η μουσική;''
- Αχ!
''Ποιο φαγητό προτιμάτε;''
- Το καλομαγειρεμένο.
''Ποιο φαγητό δε σας αρέσει;''
Το κακομαγειρεμένο.
''Τρώτε πολύ;''
- Το αναγκαίο μου.
''Τι πίνετε;''
- Νεράκι κι άγιος ο Θεός.
''Τι προτιμάτε, τις ξανθιές
ή τις μελαχρινές γυναίκες;''
- Τις ωραίες.
''Τα γαλανά μάτια ή τα μαύρα;''
- Τα όμορφα.
Τι αγαπάτε περισσότερο στον κόσμο;''
- Τον κόσμο.
''Θα θέλατε να είστε πλούσιος;''
- Θα αστειεύεσθε.
''Ποιο χρώμα σας αρέσει;''
- Το χρώμα της αιδούς που
είναι και το πιο σπάνιο''.
''Τι σας δυσαρεστεί ιδιαιτέρως;''
- Η προστυχιά.
''Έχετε αδυναμία σε κάποιο ζώο;''
- Σε όλα. Ακόμα και στους ανθρώπους που μοιάζουν με ζώα.
''Δια τις συνεντεύξεις τι γνώμη έχετε;''
- Τις λατρεύω. Αμφιβάλλετε;
 
Παύλος Νιρβάνας
...........................................................................................................
Συνέντευξη στην εφημερίδα: ''Αθηναικά Νέα'' - 1936
 
 
//////
 
 
 
Κάποιες πράξεις στην ζωή μας, με την πάροδο του χρόνου, δικαιολογούνται απόλυτα...
 
Σίγουρα δεν είμαι πιά ο τραγικός ποιητής
Σίγουρα δεν αποτελώ κεφάλαιο ιστοριών
Στα σίγουρα γνωρίζω την αξία μου και αποφεύγω τις ηλίθιες συγκρίσεις 
 
Ως γραφέας παρατηρητής παραμένω και άνθρωπος που στεναχωριέται για την ζωή που φεύγει. Σήμερα ήταν μια μέρα τέτοια και με την σειρά μου και γω ευχήθηκα καλό δρομό με ένα χαμόγελο κι ένα δάκρυ. Έχοντας όμως στην τσέπη μου τα ουράνια τόξα μου και τα βρόχινα τα βέλη μου συναισθάνομαι τα ανεκπλήρωτα απώθημένα των γύρω μου και το μόνο που μπορώ να κάνω για να βοηθήσω είναι μόνο αυτό
Να βρίσκομαι εδώ
σκαρφαλωμένος στο σιδερένιο ταβάνι
της μηχανής του κόσμου...
 

//////   
 
 
Περιαυτολογίες για κάτι διόλου σημαντικό. Όταν κάποιος ξεφεύγει απ τον όχλο λόγο συγκυριών δεν χαρακτηρίζεται αυτό ως επίτευγμα.και ούτε επαληθεύει κάποια ιδιαίτερη εξυπνάδα. Δείχνει όμως ένα θάρρος στις επιλογές και μια καλαισθησία. Οι ζωούλες των στριμωγμένων επιβατών στα βαγόνια της ντροπής και στα VIP ρυμουλκούμενων λαχειοφόρων στείρων αχαμνών, θα έχουν πάντα τους ίδιους τοίχους.Τοίχους που χαλούν την ομορφιά του απέραντου και του άγνωστου. 
 
Εδώ επάνω κι εγώ με την σειρά μου, δεν σκαρφάλωσα γιατί το διάλεξα μα γιατί απλά δεν χώνεψα ποτέ τα γλυκόλογα των συνεπιβατών μου για την μηχανή του κόσμου. Από τότε που γεννήθηκα μου λέγαν πόσο όμορφη και σοφή ήταν και πόσο σημαντικό είναι να την υπερασπίζομαι. Πως άλλοι δώσαν την ζωή τους για να κινείται τόσο ομαλά στις ράγες της και πως αυτοί που την φτιάξανε ήταν άγιοι και από μηχανής θεοί(συγνώμη δεν κρατήθηκα)
 
Ίσως και να κάνουν λάθος σκέφτηκα. Σκοπός σωστός δεν είναι να γίνω μηχανοδηγός ή σταθμάρχης μήτε κάποιος χαρτογράφος σημαντικός για όλους αυτούς κι όνειρο είχα να γίνω εφευρέτης μιας άλλης ζωής παράλληλής.Δεν τα κατάφερα. Πάντα με μεθούσαν τα τοπία και ο αέρας ο δυνατός 
 
Όλοι μας 
Όλοι
έχουμε ένα ανοιχτήρι κονσέρβας στην τσέπη μας 
και η λαμαρίνα στο ταβάνι 
δεν είναι τόσο παχιά
με ένα ανατριχιαστικό θόρυβο 
μπορείς να σκίσεις τον ψεύτικο ούρανο
για να βρεθείς πιο κοντα στον αληθινό...
έχει κρύο και βροχή επάνω 
και ζέστη και υγρασία
μα τι διάλο...
τόσο καιρός φυλαγμένος
έχεις πιά τα αποθέματα  
για να μην ανησυχείς για την μεταξένια υπόσταση σου...
 
 
  //////


Να θυμηθώ να μην παραπονιέμαι,
 
Πάντα κάποια που νόμιζε πως μπορεί να αντέξει τους ανέμους που παρασύρει η μηχανή του κόσμου 
βρίσκονταν εδώ κοντά μου. Βέβαια με τα φώτα των αστεριών μπερδεύεσαι, δεν έχεις σαφή εικόνα του προσώπου και των ματιών ωστέ να την θεωρήσεις συνοδοιπόρο ή τουρίστρια με εμμονή στα αξιοθέατα. 
Κι άσε που καμία φορά νιώθεις λιγάκι στριμωγμένος εδώ πάνω 
Και το πάτωμα γλιστράει
Τα τούνελ και οι νυχτερίδες τρομάζουν 
Από κάτω ακούγονται γλέντια με φωτορυθμικα και μουσικές, ε ναι...
Και γρέζια άφησε το ανοιχτήρι, κόβουν τα ριμαδια 

Όπως και να χει 
"το εισιτήριο σας παρακαλώ!"  


//////

 
Τους πιο όμορφους ήχους τους ακούς στην σιωπή και τα πιό όμορφο λόγια είναι αυτά που δεν έχουν καμία λέξη. Ο πιό ζεστός καιρός είναι αυτός που όταν κρυώνει τα χέρια σου αγκαλιάζουν το κορμί σου και το πιό δυνατό φως βγαίνει όταν πιά έχει νυχτώσει. Την αλήθεια την αγαπά μόνο το ψέμα και τα βάσανα είναι ένα τίποτα χωρίς τους μπελάδες τους.

Με αυτά τα βασικά ξεκινάς, σαν αλφαβήτα μιας γλώσσας που δεν την ξέρεις. Σου φαντάζει στην αρχή ως δυσκολή και μετά σου ξεδιπλώνεται 



//////



Λιγο άβολα βολικά είναι εδώ 
Νομίζω θα μείνω 


https://www.youtube.com/watch?v=0vqgdSsfqPs