Ετικέτες

Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2025

Στην κινα

Μαζεύεις την ταπεινοτητα, την αντοχή σου και την περιέργεια σου για να ρθεις. Αφήνεις το δυτικό σου στοιχείο, αυτό που σε μεγάλωσε και χωρίς το αίμα σου,άδειος,αδεξιος σαν να πρωτοπερπατας,  καβαλας το πρώτο φθηνό γαϊδούρι που θα βρεις και αμε τον ανήφορο.
Γιατί ανήφορος είναι κι εδώ, μια ατελειωτη ανηφόρα που δεν της κάνεις κέφι κι άμα την θυμώσεις σου πετάει μια κοτρωνα στα πόδια και σε κατρακυλάει εκεί που δεν βγαίνει φως. 

Ερχονται μιλιουνια οι φωνές και οι άνθρωποι εδώ. Το βλεμμα, όσοι το έχουν πολύ ψηλά το χαμηλώνουν, όσοι το χουν σκυφτό και μετρημένο περνάνε τους ελέγχους και τα τελωνεια γρήγορα κι όσοι ήρθαν εδώ για λεφτά στέκονται στην ουρά γιατί η μαμα τσαϊνα εχει τοσα πολλά παιδιά να προσέξει,αλήθεια.

Τα τραίνα τα ατελείωτα αυτά τρένα. 
Οι αποστάσεις αυτές οι απέραντες αποστάσεις 
Οι ψευδαισθησεις αυτές οι τόσο γνώριμες ψευδαισθησεις 

Ποιήματα δεν έχει εδώ. Μόνο γραφές. Αρχαίες συμβολικές ξεχασμένες γραφές όλων των εποχών ενωμένες σε μια. Πρώτη φορά κι εγώ νιώθω τόσο φτωχός. Φτωχός στα πάντα μου και φτωχός στο πως υπάρχω. Ήσυχος, μετρημενος κι όχι τουρίστας κακός και βρομιάρης.

Κι όλοι τραγουδάνε. Όλοι τους αλήθεια, θαρρώ πως τραγουδάνε. 
"Θαρρώ" τι όμορφη λέξη και πως ταιριάζει εδώ.
Κάνει μια τόση όμορφη ριμα με τον σεβασμό 
Κι εγώ που είμαι εδώ για ακόμα λίγο εδώ.

Τόσο περίεργα, τόση αλήθεια έχει εδώ 
Μιλούν και τραγουδάνε 

¥¥¥¥¥¥

Λιμάνια, κοντεινερ, σίδερο τόσο πολύ σίδερο. 
Σαν να ναι σιδερενιοι οι ίδιοι οι άνθρωποι. Το κινταο το τόσο όμορφα ασχημο τους φιλευει όλους. Με τους γιγάντιους γερανους του φορτώνει σκραπαδουρα να ταισει τον υλισμο. Ένας να χαλάσει θαρρείς θα κάνει στάση και η μηχανή του κόσμου. 
Ένα πράγμα που έμαθα σήμερα είναι πως οι άνθρωποι είναι σαν τα μανταρίνια τους. Εδώ είναι μικροί και ολογλυκοι. Στην πατρίδα μου που μου ειναι δύσκολο, συγνωμη, να την πω πατρίδα μου είναι μέτριοι πορτοκαλοπράσινοι και γεμάτοι κουκούτσια, κάποιοι άλλοι πάλι είναι πορτοκαλί ώριμοι μα ανοστοι και κάποιοι πάλι είναι χιλιοχτυπημενοι και σιγά σιγά σαπίζουν στην φρουτιερα τους στην κακώς ξοδεμενη γλυκά τους.
Δεν ήρθαμε εδώ να φιλοσοφισουμε αυτό είναι βέβαιο μα τόσες εικόνες είναι δύσκολο να αφηγηθούν. Μητέρες πονεσιαρες εργαζόμενες που είναι δύο φορές μανάδες και δέκα φορές πατεράδες με κούραση στα μάτια τους, κούραση ατελιωτη να ρουφάει τα μάτια τους. Ίσως να τρώνε μόνο χαμόγελα και αυτά μόνο να έχουν για φαΐ. Κινεζακια μικρά αγοροκακομαθημενα και κορίτσια υπέροχα δραστήρια κι ανέμελα. Ζωή παντού ζωή τόση πολύ που αν ήταν σμήνος από μελίσσι τόση βαβούρα δεν θα είχε. 

Τοσα πολλά μανταρίνια 
έτσι θα τους φωνάζω από δω και πέρα 
Τόσο με στεναχωρεί που δεν ξέρω την γλώσσα τους 
να τους ξεφλουδισω όλους σιγά σιγά 
Να φάω κι εγώ από την περηφάνια τους 
Κι αυτή την γλυκιά την ταπεινοτητα τους 

Δεν είναι ελεύθεροι για μας τους έξω μα μέσα στην αγκαλιά της μάνας του νιώθουν και φέρονται αλήθεια τόσο ελεύθεροι. Ας μην μ αγαπήσουν ποτέ, φτάνει που τους αγαπώ εγώ.

¥¥¥¥¥¥

Κάθε μέρα μια σελίδα, μα λένε πως τα βιβλία πρέπει να έχουν πολλές για να τα λένε βιβλία. Ίσως για αυτό δεν τα χωνεύω, ένα βιβλίο πρέπει να το ζήσεις να ναι γνώριμο σου. Να μπεις στο σπίτι του και να μυρίζουν μέσα μυρωδιές της δικιάς σου ζωής, να ναι ζεστό και να πειράζει το κράμα σου να δένει και άλλα μέταλλα. Έτσι είναι, να μην μπαίνεις μέσα του και νιώθεις ξένος να μοιράζεται τις εμπειρίες του γιατί είναι ζωντανό. 
Ακόμα δεν άρχισε η μέρα εδώ και εγώ γεμίζω σελίδες. 
Κίτρινες σελίδες από τοφου και φαγητά κάθε λογής και περισυλλογής για βρώση των ελάχιστων. Με ξεκινάει ο ενθουσιασμός και με κουράζει η πορεία και πιο πολύ με φθίνει που δεν έχει σε μια ριμαδα γωνιά ένα σάπιο ροδοπέταλο. 
Για μια υπόσχεση ήρθα εδώ. Όλοι μας σε  αυτή ζωή για μια υπόσχεση ζούμε. Το πως την διατυπωνουμε είναι το θέμα.

Τι λεγαμε;
Μηδέν κόμμα μηδέν επτά λεπτά η κιλοβατώρα, σανο για τα ηλεκτρικά γαιδουρακια τους και πνιξανε τον τόπο με δαύτα τα μανταρίνια. Ξεχύνονται από παντού, πηδάνε απ τα παράθυρα, βγαίνουν μέσα απ τους υπονομους στο έδαφος, καβαλανε πεζοδρόμια, χτυπιούνται στην άσφαλτο και κορναρουν. Αχ κι αμαν σου λεω, συνέχεια κι ολοένα κορναρουν...
Σαν τα άλογα των ιπποτων του cum a lot φοράνε ποδιές φανταχτερές αντιανεμικες και αδιαβροχες για τα κρύα που θερίζουν το βορρά τους. Βορά τους ο δυστυχής πεζός που δεν θα πιάσει το μιλισεκοντ της απόκρισης του μπιπ. Εκατομμύρια από αυτά σας το ορκίζομαι σε κάθε είδος κάθε κατασκευή κάθε απόχρωση τρίβουν την άσφαλτο που θέλει ξήλωμα στο τέλος της ημέρας. 
Θυμάμαι ένα φίλο που έλεγε όταν βγαίναμε έξω, "κάπου ήσυχα να πάμε παιδιά ε;" και όσο με τσατίζε τότε αυτή η ατάκα τόσο με έκανε να γελάσω σήμερα. 
Καληνύχτα προς το παρόν για να χω μέλλον αύριο 

¥¥¥¥¥¥

Τι πίνουν, τι καπνίζουν; οχι με την έννοια του να την μπεις σε κάποιον και να προσθέσεις μετά "κι εμάς δεν μας δίνεις" μα να...χουυυρκ φτουυυυ συνέχεια σε κάθε βάδισμα σε κάθε αναπνοή μια σταλιά άντρες τόσο φτύσιμο δεν έχει ρίξει ρεμπετης στον Περέα follower του Βαμβακάρη για να μιλάω και σωστά ελληνικά. Χολιασμενα τα αρρενωπα μανταρίνια και αυτά και τα μηχανάκια τους.
Κατά τα άλλα πυροτεχνηματα αρχιζει να γέμιζει ο ουρανός και κάθε αναπνοή μια έκρηξη ολοφωτη στον ουρανό. 
Ο βορράς δεν είναι κανένα ψευτομαγκακι της σειράς, κάποτε τα έβαλε με τον ίδιο τον ήλιο για να βγάλει ένας γέροντας την χοντρή την κάπα του. Θα φέρει σύννεφα και χιόνια και κρύο και αγκαλιές συναχομένες. Τέτοιος είναι και λάθη δεν συγχωρεί και αφιλόξενος θα γίνει άμα τον ζορίσεις. Εγώ σαν ανεμουριο πάλι είμαι όπου με πάει ο άνεμος και πάντα θα φωλιαζω σε ένα μελτεμι. Ας με τρομάζουν τα πυροτέχνηματα θα κρατήσω όλα αυτά τα αφηγήματα για να κλωτσαω καποτε τον αέρα για αυτά που έχασα κι αυτα που πήρα. 

¥¥¥¥¥¥



Μια μέρα χάνεις μια μέρα κερδίζεις κάτι σαν παζάρια με τον χρόνο, τον χειρότερο τοκογλυφο που χει βγάλει η πιάτσα. Κάτι αφήνεις κάτι πας να πιάσεις μετά σου πέφτει και αντε πάλι απ την αρχή μέχρι δηλαδή να πέσεις εσύ κάτω η έστω κάποιος να τα μαζέψει όλα. Δρομολόγια απ τις θάλασσες και τις λίμνες μέχρι τα βουνά, ότι αντέχει στα δανεικιλικια να πάρει τα βήματα σου και τις θυμησεις σου τα πέτσινα χαρτονόμισματα σου να τα δώσει σ άλλους καινούργιους προσκυνητές που θα ρθουν.
Καλα μέχρι εδώ,  να κάτσω μόνο, να πάρω μια ανάσα να ξαποστασω είναι που δεν βρήκα κανένα θεό στο δρόμο μου να υποταχτω κι αν βρήκα... μαλλον θα τον προσπέρασα. 
Ξεχύνονται από τα τελάρα τους τα μανταρίνια σήμερα πάνε να ζήσουν τις λίγες γιορτινές στιγμές τους στις λαϊκές αγορές του κόσμου. 
Σαν ξένος σε ξένη χώρα με κυριεύει ο νόστος σήμερα και δεν έχω όρεξη να χρωματίσω την σημαία που κυματιζει σεντόνι μου τραχύ σ αυτό τον κόσμο. Θα σας αφήσω ένα φιλί και ένα τα λέμε αύριο,.



¥¥¥¥¥¥


Δεν ταιριάζουμε εδώ, για να ζήσουμε εννοώ. Είμαστε πολλοί καλομαθημενοι δεν έχουμε τις αντοχές να μας υποδεικνύει κάποιος ότι αυτά είναι κάγκελα σιδερένια και η πόρτα ανοιχτή, αλλά... έχει και φρουρό για έλεγχο. 
Μια μέρα απέμεινε εδώ,  αύριο να φεύγω για όπου φτάσω, ελπίζω στην ξυνομουρα πατρίδα. Αυτά προς το παρόν 

Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2025

Μια μέρα

Μια μέρα

θα μαζέψω όλο μου το κουράγιο και θα 'ρθω να σταθώ μπροστά σου

Μια μέρα...

που θα 'ναι σαν όλες τις άλλες χωρίς σχεδίες μέρες

έτσι γιατί φαντάστηκα πως θέλω να πειράξω την υπαρξή σου

Μια μέρα 

λιτά, θα μαζέψω όλες μου τις λέξεις κι ότι ένιωσα και νιώθω για σένα 

κι έτσι ντυμένος τόσο ζεστά στην παγωμένη ομίχλη σου 

να χτυπήσω του χειμώνα την πόρτα σου 

μια μέρα 

να τελειώσω όπως αυτό το γράμμα, 

να βάλω μια τελεία σ' αυτό που συλλαβίζεται, 

δεν λέγεται ολόκληρο και δεν κλονίζεται απ όλα τα φαινόμενα του κόσμου

μια μέρα 

χωρίς να ελπίζω 

χωρίς να 'μαι εδώ

χωρις να 'μαι εγώ

χωρίς προσδοκίες 

απλά να ενώσω όλες αυτές τις ασυναρτησίες 

κι επιτέλους ρε να τελειώσουν για μένα των ματιών σου οι κακουχίες

μια μέρα 

πάλι που θα σ' αγαπώ

και θα μπορέσω φωναχτά να σου το πω.