Ετικέτες

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2016

H Aνατόμος

Κάθε δάχτυλο ένα εργαλείο. Κάθε νύχι μια λεπίδα.
Στους ώμους φέρει βραχίονες και στους βραχίονες δίσκους.Δίσκους περιστρεφόμενους με δόντια. Φοράει μάσκα.
Από μέσα δεν φαίνονται οι εκφράσεις και μέσα-πίσω από τις εκφράσεις...μόνο εκστάσεις. Αναρωτιέται αν πονάς...ίσως κάποτε φοβότανε. Τώρα δεν φοβάται,
η επιστήμη ξέρει.
Γράφει ότι παρατηρεί και σύμφωνα με την σπουδή της, ονομάζει. Αιτίες,συνθήκες, χρόνους, διαδικασίες και ξεκινά με το αποτέλεσμα.
Δεδομένο.
Δεδομένα. Οδηγείται από αυτά, μιλά μέσω τους. Ίσως μιλά και σε πρώτο πρόσωπο μαζί τους. Αρκεί να είναι δεδομένα.

Δεν κοιτάζει το πάνω μέρος, το πρόσωπο. Την ενοχλεί. Ανοίγει το φακό για να θαμπωθεί η συνολική εικόνα του "ασθενούς" ψάχνει να δει την λεπτομέρεια. Ποτέ δεν αντικρίζει το αποτέλεσμα.
Σκωπτικά με το κεφάλι. Γρήγορα...στα γρήγορα.

Βαριέται εύκολα

καλύπτει το σεντόνι,

κλείνει τον φάκελο,

σπρώχνει το ράφι πίσω στο ψυγείο,

σβήνει τα φώτα.

Ντύνεται,

παίρνει τηλέφωνο,

βγαίνει έξω,

το νούμερο ###

θα περιμένει...


Ζωές ανθρώπων από το σκιάχτρο των φόβων της ψυχής, τον καθρέφτη των τεράτων...

Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016

Life's a bi(ea)tch!


  • Life's a bitch.

Γνωστό και χιλιοειπωμένο.Ποτέ όμως τεκμηριωμένο, μόνο χιλιογκρινιασμένο. Φράση διεξόδου από την δυσκολία της στιγμής, με συγκατάβαση του κοινού της αρνητικότητας και εγώ χρειαζόμουν ένα θέμα.Έτσι να το ζορίσω για να ξεκινήσω,να μην ξεχάσω.
Να γράφω; Τελοσπαντων αυτό που κάνω.
Είναι μωρέ η άτιμη.Είναι.Ζητάς μια αγκαλιά και σου φέρνει στο πιάτο έναν γορίλα στην ομίχλη.Τον αγκαλιάζεις και συ και μετά καταλαβαίνεις ότι δεν ταιριάζουν τα καλώδια σας .Ζητάς πρόθυμα να σηκώσεις ένα βάρος να πάρεις μια ευθύνη και σου εναποθέτει ένα κιβώτιο δυναμίτη στα χεράκια σου να τον περάσεις απ το τελωνείο. Ζητάς να ζήσεις ελεύθερος,ξένοιαστος και η βρωμιάρα επεκτείνει το κλουβί σου μερικά χιλιόμετρα βάζοντας φοίνικες να θυμίζει χαμένο παράδεισο.

Αλλά λες και δεν της μοιάζουμε της κυρα ζωής. Λες και εμείς πάμε πίσω.Λες και δεν θυμίζουμε σκυλιά με τέσσερα κεφάλια.Δίνουμε κάτι κι αυτό λειψό μετά πειράζουμε την ζυγαριά, ζητάμε τα τριπλά και μας ξεφεύγει στα μουλωχτά ένα: "και χάρη σου κάνω".
Επειδή είμαστε "καλοκακομαθημένοι" που λέει και ο Tin της φερόμαστε σκάρτα. Όλοι να βγάλουμε τα απωθημένα μας.Τα ποθητά και τα ανακατωμένα μας.Με σιγουριά πως οι καιροί, δεν αλλάζουν, οτί μένουν ίδιοι, να κοιτάνε τα μούτρα μας και τα θέλω μας.

Ζήτησα κι εγώ ένα αχυρένιο ανθρωπάκι φτιαγμένο από φόβους,να με πάρει από 'δω από την ερημιά που ζω.Να κατέβω από το ξύλο μου, να αποκτήσω πόδια,να περπατήσω και ίσως κάποια στιγμή... να τρέξω. Μου το έκανε το χατήρι...μα μου 'δεσε μεταξύ τους τα κορδόνια μου.
Τώρα σκοντάφτω στην αφέλεια, στην ατέλεια, με μια έμφυτη εμμονή μου στην εντέλεια.

Σκέφτομαι να της πω κάποιες φορές, "ψωμί κι αλάτι κυρά μου", άσε με τώρα, σύρε να κοροϊδέψεις κανέναν άλλο. Δεν έχω την όρεξή σου για πλάκες.Το χαμόγελο μου ραμμένο είναι...μόνιμα δικό σου.

Ένα σκιαχτράκι λιγάκι απογοητευμένο σήμερα...


the scarecrow

Κυριακή 24 Ιουλίου 2016

Roots




 
     
Μια γωνιά στον κόσμο έπιανε. Μια μεριά. Ένα επί ένα. Συν τέσσερα μείον τέσσερα. Γιατί ο ίσκιος δεν μετράει, ανήκει στον εναέριο χώρο.
Μουριά. Με φύλλα πράσινα. Να κοιτάζουν τον ήλιο κατάματα και να μην γυρνάνε βλέμμα. Πράσινο σπάνιο στην παλέτα της φύσης. Ψήλωνε και νερό δεν ήθελε. Ήτανε οικονόμα, είχε βρει δικό της.
Ενοχλούσε όμως. Μεγάλωνε, θέριευε. Κρίθηκε ακατάλληλη για την ομορφιά του τσιμεντένιου τοπίου. Ενοχλούσε επίσης τα καλογυαλισμένα αναπηρικά καροτσάκια των αρτιμελών ιδιοκτητών τους.
..κι
έγινε βορά της μεγαλομανίας,μιας έξοχης χοντρής κυρίας που ψάχνει αιωνίως να πιαστεί από κάπου να ανέβει την σκάλα της κοινωνικής ύπαρξης της αηδίας.
Όταν ήμουν ακόμα ένα μικρό τσίγκινο κονσερβόκουτο από αυτά που στοιβάζουν μέσα κομπόστα(συγνώμη μυαλό ήθελα να πω) κάποιος με ακούμπησε στο χώμα πρώτα. Για να λερωθώ. Να διαλέξω. Να δω τι είμαι. Τι θέλω να είμαι. Τι θέλω να γίνω.
Μια τόσο συγκλονιστική εμπειρία όμως είναι δύσκολο να την διαχειριστεί ένα κομματάκι λαμαρίνα και από την βιασύνη μου φύτρωσαν ρίζες πάνω στην γυαλισμένη μου επιφάνεια. Από την σκληράδα μου μέχρι την άμμο. Από την άμμο μέχρι τη λάσπη. Από την λάσπη μέχρι την πέτρα και ξανά πάλι. Παιδί μετέωρο στην πλάστιγγα της ζωής. Να μην μπορώ να κρίνω αν κάποιο μονοπάτι που ακολουθήσω είναι καλό η κακό. Διάλεξα τότε. Φώναξα,ούρλιαξα να με γεμίσουνε σάπια φρούτα διαλογής με ζάχαρη και να με στοιβάξουνε και μένα στο ράφι του σούπερ μάρκετ για να με φάει η ευτραφής κυρία. Το κάνανε, μα ήταν πολύ αργά. Όπου και να πήγαινα μ' ακολουθούσαν οι ρίζες μου, που γίνανε ασύρματες, χωρίς διεύθυνση δικτίου και πια δεν ξεχώριζα αν είμαι δέντρο η ένα μεταλλικό κουτί. Κατάντησα ελαττωματικό προϊόν.
 
Αηδίες να λέγονται σιχαμερή γεματούλα κυρία μου και τώρα τελευταία όλο μπροστά μου σε βρίσκω και συνεχίζεις να μου προκαλείς την ίδια εμετική τάση.
Κλείνω τα μάτια να μην σε βλέπω, μα είσαι παντού. Έφαγες την απλότητα, ξεκοκάλισες την αγάπη, έγινες κολλητή με την ζήλια και άμα κάνω πως σε αγνοώ με βαφτίζεις και μένα στο όνομα σου.

Ελπίζω.Κάπου στο πλάι της, η μουριά, έχει έναν μικρό βλαστό που δεν τον πήρες χαμπάρι και ξέχασες να τον κόψεις κι αυτόν.



Tin...λιγάκι μουντρούχος τον τελευταίο καιρό.
 
 
 
 
 
 
One tiny place in the world. Just one little corner. One square meter.  Maybe plus four minus four, because you can't calculate the space shadow fills, it belongs to the air space.
 
A mulberry tree. With green leafs... that gaze the sun directly in his eye and never blink. A rare green in the colors mixing plate of nature. She was getting taller and water she need not. Skimpy she was, her own wetness she found, deep in the ground.
But she become an anointment...growing, her trunk reaching the skies...thats what her fault was. Not suitable for a world of concrete.
An anointment for super washed shinny cars, the wheelchairs of able-bodied humans.
and...
food she become to Megalomania, to this exquisite fat lady who eternaly searches to climb up on societies branches, filled with filth.
When i was young just a tiny-shiny piece of tin can, the kind that they fill up with preserved fruits(forgive me, i wanted to say principles), someone placed me to the ground under her shadow. 
To get dirty.
To choose.
What i want to be .
What i am and what i will be.
An experience so shattering, so hard, for a tiny little piece of metal. I thought, i had to rush to catch up. And all that run, grew roots in my shiny metal surface. From my hardness till the sand. From the sand to the mud. From the mud the stones and back again. A child left in limbo of the scales of life. A child not be able to recognize which path to fllow, bad or good. I made a hasty choice then. I shouted, i screamed "please, fill me up too with rotten preserved fruits and sugar. Place me too, up to the super markets shelves, Megalomania the fat lady is hungry!" 
 
They made it, but it was too late.        
Wherever i went my roots where following me, kept growing more and more, wireless they became. Without adress or ip adress, i couldnt differentiate myself, if i am a tree, or tin can. An anointment, a false product.
"Rubish talk" you might say, my filthy-splendid fat lady, and these days i find you wherever i look. Hey... and you still make me vomit.
I close my eyes not to see you but you are fucking everywhere. You ate simplicity, you devoured love, became best friends with jealousy and if i get you out of my mind completly, you take advantage of me and name me to your filthy grace.
I hope. 
I still hope, you glorious fatness.
When you cutted the mulberry, lower, to the side of her trunk, there was a little sprout... a tiny little sprout and you forgot to cut that too!
 
 
Tin
 

Σάββατο 23 Ιουλίου 2016

Ζωές ανθρώπων

Ζωές ανθρώπων είναι το έργο που παίζεται σε όλους τους κινηματογράφους με προβολείς και χωρίς.
Είναι η παράσταση που δίνεται σε όλα τα μπαλκόνια, σε όλες τις αμμουδιές, σε όλα τα υψώματα, σε όλες τις σκεπές και σ' όλες τις γωνιές του κόσμου.
Είναι μια ατάκα ευγενής. Λιγάκι στομφώδης και υποτιμητική. Λιγάκι παιχνιδιάρα και υπερήφανη.
Η ανάσα ανακούφισης όταν ο νους γεμίσει από τα προβλήματα που μεταβιβάζονται μέσα απ' όλα τα νεύματα του σώματος και του στόματος. Η γλυκιά εγκατάλειψη από την υπερβολική λήψη κάποιου ξένου εαυτού.
Ζωές ανθρώπων προφέρω σκεπτόμενος, στη στάση μιας γραφής.
Σε αυτή τη στάση, που δεν περνάει λεωφορείο και τα χέρια αγκαλιάζουν τα πόδια για να στηρίξουν το σαγόνι.
Αυτός ο τελευταίος στόχος ζωής. Η ανάλυση αυτών των δυο λέξεων.
Στο πέρας της αυτοκαταστροφής, ο φάρος .Το πρώτο χαμόγελο. Το μόνο χαμόγελο.

Σε αυτό τον τίτλο επανέρχομαι.

Απαγορεύεται η σύγκριση.
Ποτέ να αγορεύεται. 
Μονάχα να λαμβάνεται σαν ένα ενδεχόμενο.
Η έγκριση να παραδίνεται...βροχικά...φτωχικά.
Απαγορεύεται η ενοχοποίηση.
Γιατί κανείς κανενός δεν ανήκει.
Απαγορεύεται κατά πολύ η χειραγώγηση και η επιβολή.
Η ίδια η απελευθέρωση δειλή θα είναι στην αρχή και έπειτα σαν τέρας στο τέλος να τρώει απ' την ψυχή.

Ενωμένη μία λέξη λοιπόν, προς χάρην συντομίας ζωέσανθρώπων, 
μια απαγόρευση, 
για έναν θεατή.




  

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2016

Φούλ του παράλογισμού με γκαντέμηδες ρηγάδες.

Ποιός να το περίμενε;!
Μας φεύγει ο Βίκι.Ο Βίκι-ο βίκινγκ.Ο πορθητής,ο αγροίκος...ο κάτοικος μιας αγροικίας στο πίσω μέρος μιας οικίας. Ο δίτροχος, ο exceptional Stand up comedian(με ενα χάρισμα στην ομιλία του μοναδικό χωρίς να ξέρει βεβαίως γρι ελληνικά),ο δουλευταράς.Ένας μεγάλος εκπρόσωπος του σουρεαλισμού κι αυτός.

-"Αφεντικό μαλάκα.Έχει νεύρα. Εγώ πιεί ένα 'κόμα και φύγει...πάει μαξιλάρι".
(Τι το 'θελες και συ το ποτό;... Αφού βλέπει, άμα πιεί ,αντί μαξιλάρι έρχεται το κύριο μπάτσο και μετά πάει κλούβα και μετά πάει πίσω στο "-σταν" του.)
 
Νευρίασε o λεβέντης. Βασικά τι λεβέντης;Ήταν κάτι τέτοιο πριν είκοσι χρόνια. Σαν ξεραμένη σταφίδα είχε γίνει. Αλλά το έλεγε η καρδιά του. Πίσω δεν έκανε ποτέ. Πρόθυμος, σκυλί πιστό. Μάλλον γι'αυτό την πλήρωσε ο καημένος, ο ηλιοκαμένος. Ε, εντάξει... ήταν και λίγκο ευέξαπτος.
Κάτι είπε πάνω στο μεθύσι του, κάτι του είπανε να τον πικάρουνε, ανέβηκε η κυματομορφή του, πυροδοτήθηκε στο δεύτερο ημιχρόνιο, άρπαξε ένα ξύλο (άνω τελεία.(δεν ξέρω που βρίσκεται η ρημάδα στο πληκτρολόγιο)) λένε και θυμήθηκε τον πρόγονο του τον νεάντερταλ. Βέβαια πριν προλάβει να ανοίξει καμία μύτη έφθασε το ίου ίου και...... τον ρημάξανε στο ξύλο τον καψερό, για να τηρηθεί η τάξη.

Blue maren με ανταύγειες μωβ και φούξια ο απολογισμός του περιστατικού που διετελέστει κάπου μακριά στη χώρα των παράλογων ρηγάδων.
End of all. Στο μπακγράουντ κάτι μαρτυριάρηδες(επιεικέστατος όρος),με λίγο ακατέργαστο εθνικισμό,με λίγο προκατάληψη, με αιωρούμενα κάτι χρωστούμενα ως οφειλέτες κάτι αιωρούμενων (ικασίες), συνετέλεσαν στο "πακετάρισμα" και πίσω στην παλιά πατρίδα. Είπανε μάλιστα στο κύριο μπάτσο οτί έβρισε τα ιδανικά της πατρίδος καθώς επίσης μητέρες,σόγια,προπάτορες.
 
Νεύρα μωρέ είχε ο άνθρωπος(Έχει ακούσει άραγε κανένας τον εαυτό του πάνω στα νεύρα του;).
Θεωρήθηκε όμως άκρως επικίνδυνο στοιχείον δια την ασφάλειαν της χώρας. Οι αφορμές όπως και οι "λαδόκολλες" βρίσκονται εύκολα και τυλίγουν ακόμα πιο εύκολα(φτου! να μην με ματιάσω σήμερα).
Twenty years of hard work, all thrown  to the trash can! Αποτέλεσμα; Απέλασης.

Γλυκέ μου Βίκι, τώρα τα "-σταν/ούλια" σου πίσω στο λασπουριό και στην πείνα. Άι δεν πειράζει, θα 'χουν τον μπαμπά τους τουλάχιστον (δηλαδή πειράζει αλλά που να βρεις δίκιο,όταν ανήκει σε άλλους)  

Ίσως η ζωή διαθέτει περισσότερη φαντασία από τους υπηκόους της.Γι' αυτό φορτώνουμε φταιξίματα στην πλάτη της.Και η πλάτη του φίλτατου φορτώθηκε πολλά.Μα αυτό είναι μια άλλη ιστορία δεν την αντέχουν στομάχια και πως να την εξηγήσεις, για να την καταλάβει το κοινό της ιεράς εξέτασης.

Αντίο Βίκι. Να ξέρεις θα μας λείψεις εμάς του λίγους.Δεν σε φοβάμαι εσένα.Βρες ένα κομμάτι γη μέσα στην έρημο,πέτα λίγες πέτρες μέσα και θα τα καταφέρεις εσύ ....θα φυτρώσεις διαμάντια!

Κάτι και για σένα ρε φίλε, γιατί θα φύγεις και δεν θα μιλήσει πάλι κανένας. Αυτά τα λίγα από το σκιάχτρο των φόβων της ζωούλας σας.Φιλιά

the scarecrow

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016

Λόγια ευγένειας

Για ένα κακό σπυρί αγκάθι. Κάτι σαν κύστη κόκκυγος.



Θεοσεβούμενος, ολιγάρ..χής και ευνοούμενος
Λανσαρισμένος ωσάν της μοίρας χτυπημένος
επιφανής και μορφωμένος
ωιμέέέ ο δυστυχής
που ο μόνιμος της τύχης, είναι ο εραστής

Νοεί τον εαυτό του
λίγο πιο κάτω απο μητροπολίτη
πως να τον περιγράψω;:
ο μπάρμπας που μικρό σε φώναζε αλήτη.
κι εκεί κάπου στο νου ένα σχέδιο
πλημμύρας οροπέδιο
στις πλάτες κάποιων που το δόλωμα τσιμπήσανε
τα εύσημα να δώσουν-να τιμήσουνε
τον αριβίστα άξιο γιο και παντοκράτορα
που στις ιδέες και τους κόπους τους , αυτόν έχουν δικτάτορα

Τραβηχτικός, 
απαισιότατα ειρωνικός. 
Είναι πολιτικός?
Ένα είναι σίγουρο
στο σκλαβοπάζαρο που του χαρίσανε να διοικεί-αυτός είναι ο θεός.
Ελένκτης της φοβίας
και ανακατευθυντής δικιάς του άγνοιας-βλακείας.
αδιάβλητος με όνομα και λογική "κυρ παντελή"
νοεί υπέρτερος-αυθαίρετα-αφεντικό τελεί
...της μαύρης τα μεσάνυχτα και πάνω εκεί στο "φαίνεσθαι"
όλοι είναι κολλητοί, κομμμπάροι, φίλοι κι αδελφοί


λάθος της ανθρωπιάς, του επιτρέπουν να υπάρχει

σε ένα σινάφι εμπορικό και μέσα του να άρχει
αυτός ο γλείφτης-νταβατζήής
στη σύσφιξη των σχέσεων απλά ένας ποιητής
καβούρια αιμοβόρικα, στις τσέπες ΣΟΥ κριτής
ανάθεμα κι αν πλήρωσε ποτέ του κατιτίς
μου χει χαλάσει ρε γαμωτο της φάτσας μου τους μυς
 
Ω μα τι ουράνια χαρά μου δίνει αυτό to feel
αυτή η σουπιά η υπέροχη σε βάδισμα και στύλ
με το ολοστρόγγυλο και ζουμερό σαΐκωλότζικαλ προφίλ
να ξέρετε πως μέσα σας, είσαστε τυχεροί
σε  σας δεν θα 'ρθει εμετός αύριο το πρωί

Μα βοηθάτε χριστιανοί!!! πληρώνω όσο όσο
κάποιος να του πατήσει το τηλέφωνο
κάποιος να τον βιδώσει σε ένα ξέφωτο
κάποιος να τον εστείλει διακοπές στον πόλο
κάποιος να του καρφώσει τώρα δα, το δάπεδο στον κώλο
κάποιος να του μεταμοσχεύσει έναν εγκέφαλο
κάποιος να καταλάβει οτί αυτό, το σώμα είναι ακέφαλο
κάποιος κι εμένανε να λυπηθεί που δεν αντέχω άλλο...
μου πάτησε ο άχρηστος και σήμερα τον κάλο

ωωωχ  τι να του ευχηθώ;

ένα σιχτίρι, ένα "αμέστοδιάλο" δαγκωτό 

για τα γλυκά του μαγουλάκια

σ' αυτόνε που λατρεύουνε...αδύναμα ανθρωπάκια.


"ένας άσχετος, ένας............."
άρε γαργαμπίκα...


the scarecrow ένα παιδί που έμαθε να παίρνει πίσω αυτά που του στερούνε...στο αποκορύφωμα της σχάσης του.


Παρασκευή 10 Ιουνίου 2016

Κλαίνε μωρέ τα Παλικάρια;!

Έτσι είπαν και στον δόλιο τον Θανασάκη.. Μα έχει μισή ώρα τώρα, που πλάνταξε στο κλάμα και ακόμα να σβήσει ο καψερός.  
"Κλαίνε μωρέ τα παλικάρια;".;Άντε ντε;!Ποιόν να ρωτήσεις,να σου απαντήσει με σιγουριά; Αν ρωτήσεις την μαμά,θα αρχίσει να τον ψάχνει από την κορφή μέχρι τα νύχια και να φωνάζει τι έπαθε το σπλάχνο της(μια και ακόμα διατηρεί αναφαίρετα δικαιώματα ιδιοκτησίας επάνω του). Αν ρωτήσεις τον μπαμπά,θα πάρουν αυτόν τα κλάματα(κρυφά βέβαια...να μην φανεί,που ξέχασε την παροιμία). Αν ρωτήσεις την γιαγιά,θα πει (με σιγουριά και ύφος ιεροεξεταστή) ότι το είχε πει η μάνα της, οπότε σίγουρα είναι αλήθεια: Δεν κλαίνε. Παππού δεν έχει ο Θανασάκης να πει την γνώμη του(μάλλον, τον ξέπροβόδισε η γιαγιά).
Κανείς δεν ξέρει γιατί κλαίει το παλικάρι.Ένα μέτρο λεβέντης. Μπουκλωτός. Με πονηριά στο μάτι. Κατακτητής. Άντρας βαρύς...γνήσιος με τα όλα του και να σπαράζει.
Μα εγώ ξέρω.Του το πήρανε το κορίτσι του, του Θανασάρα. Γι'αυτό κλαίει..άντε καλά ψέματα, έφαγε λίγο και τα μούτρα του πάνω στο πλακάκι, αλλά για το κορίτσι.. χτυπιέται και φωνάζει.Αυτό θυμήθηκε.
Αλλά πως να το πει; Να πει την ιστορία του;
Άντε λοιπόν, να τον βοηθήσω λίγο εγώ, που τον καταλαβαίνω.
Του αλλάξανε το δρομολόγιο του.Ανέβαινε το πρωί στο σχολικό και το 'βλεπε στην γωνίτσα μαζεμένο το Μαριώ,στην πίσω θέση να βλέπει στο παράθυρο.Έτσι ξύπναγε το πρωί,με ελπίδα.Αυτό έβλεπε στον ύπνο του, γινότανε ιππότης και έδιωχνε τα τέρατα.Αυτά τα διπρόσωπα με τα δυο κεφάλια.
Κι η δασκάλα, φιλότιμη.Ξηγιότανε σπαθί.Τον έβλεπε που έλιωνε, σαν παγωτό τον Αύγουστο και έκανε παραχώρηση, να τον "φάει" η κολλητή.Δικαιολογημένα.Γιατί το Μαράκι γελούσε με τις γκριμάτσες του, το ζοριλίκι του και τα σημάδια από τα "κουνούπια" στη φάτσα του. 
Κι ο οδηγός, γάτος πεταλωμένος. Έπαιρνε στροφή κλειστή, να αφήσει την βαρύτητα να κάνει την δουλειά της, να ακουστεί κανα γέλιο παραπάνω, να ανεβεί η adrenaline.Σήκωνε τα φρύδια στον καθρέφτη να δει άμα την ζούλιξε, ο Νάσος, ο κατακτητής.Ψυχάρα ο οδηγός.

Πάει τώρα το όνειρο, πάει το Μαράκι.Τον χώσανε τον Νασιάρα, ένα πρωινό στο αμάξι και του ΄πανε: "Αγάπη μου..Θα σε πάμε εμείς από δω και μπρος στο σχολείο" .Κανένας δεν τον ρώτησε. Κανένας δεν τον σκέφτηκε.
Τώρα Θάνο μου, κορόμηλο το δάκρυ. Ποιος να σε ακούσει και σε ποιον να εξηγήσεις; Λέγετε μωρέ με λέξεις ο έρως;..τι να πω;
Καλή τύχη να 'χεις θα σου πω από δω από τις επάλξεις. Από τα μάτια που βλέπουν τον κόσμο κάπως αλλιώς.
Και...
Να κλαις. Να κλαις πολύ και άμα τα καταφέρεις, να τους το πεις.. οτί δεν φταίει το πλακάκι.Το μυαλό τους φταίει.
Γιατί τα παλικάρια, να το θυμάσαι, κλαίνε μωρέ...κλαίνε.


Ενθυμίσεις από την ώριμη ηλικία του σκιάχτρου των φόβων της ψυχής σας!

Κυριακή 17 Απριλίου 2016

΄νώ, ΄σύ!



Μα τι όμορφη φράση είναι αυτή;Τι υπέροχα σύντομη και αφοπλιστική τεχνική, μοναδική μέθοδος του ανθρώπινου μυαλού και των αμυνών του; ειναι το κατι που ταιριάζει παντού, συνδέεται με όλες τις φράσεις, τις σκέψεις και τις πράξεις.Για να το αναλύσουμε...

Μια σύντομη διάδραση.

- Μα τι κακό είναι αυτό με σένα; Που θα πάει αυτή η ιστορία; Τι άνθρωπος είσαι εσύ;
- Ενώ, εσύ;!
- Πές μου! Είναι σωστό αυτό που κάνεις;
- Ενώ, εσύ, πας πίσω;!
- Μα δεν μιλάμε για μένα τώρα, δεν σε καθίζω στο εδώλιο. Μια ερώτηση κάνω μόνο.(Ψέμα,έχω αφρίσει απ το θυμό μου, αλλά δεν λέγονται αυτά έ;)

"Ενώ, εσύ",είναι το μελάνι που βγάζει η σουπιά όντας cornered. Είναι το ελιξήριο της ευθανασίας μιας έντονης συζήτησης(ενός τσακωμού) μεταξύ δυο ανθρώπων εκ των οποίων, ο ένας βρήκε λίγο δίκαιο και προσπαθεί να το απολαύσει και ο άλλος αρνείται πεισματικά να του δώσει την ευχαρίστηση.
Παλαιότερα ήταν το "ενώ εσύ καημένε". Εξελίχθηκε στο "ενώ εσύ μ@λ@κ@"και στα μέρη μου είναι σκέτο "'νώ,'σύ", με ελαφρύ σήκωμα τον φρυδιών και δεξιόστροφη κίνηση του δεξιού χεριού.

Very noisy, αφοπλιστικό, στέλνει στον κεάδα επιχειρήματα και σε οδηγεί στην νοητική παράλυση.
Τι άλλο; Α, ναι. Κατα 99.9999 κάνει το λάθος,σωστό.
Μπορεί βεβαίως να είναι και το φυτίλι στην μπαρουταποθήκη σου για no restrained inner explosions. Δηλαδή στο δι@λο τι μου είπες, στο δι@λο τι σου είπα, δεν θα τραβήξω φίλε μου εγώ, την πρίζα του μηχανήματος που σε κρατάει στη ζωή, επειδή δεν παίρνουν την ευθύνη οι γιατροί!

΄Νώ,'σύ!
Το σκέφτομαι και μου έχει κολλήσει ένα χαμόγελο μέχρι τις φτέρνες.
Μαζί με αρκετές απορίες:
Είναι γνώρισμα ελληνικόν; Είναι ο κολοφώνας του εξελιγμένου Ελληνισμού; Το απόσταγμα της νοοτροπίας μας;(Σουτ τινάκο,μπαίνεις σε άλλα χωράφια).Είναι μήπως,επειδή όταν πέφταμε κάπου μικροί αντί να μας πουν "φταις, γιατί ήσουν άτακτος",μαλώνανε την καρέκλα και το πάτωμα και λέγανε "κακό,κακό";

Σας κούρασα. Προχωρώ.

Μερικοί άνθρωποι που δεν έχουν ενημερωθεί γι'αυτήν την λεκτική σφαίρα, την βάζουν μέσα τους, σε όμορφα κομμάτια του εαυτού τους (κοινώς το παίρνουν κατάκαρδα). Γυρνάει εναντίον τους και μετά μουτζοκλέγονται. Δεν πρέπει όμως. Δεν χρειάζεται τόση αυτοκριτική. Κάποιες φορές η κριτική είναι καλύτερη. Με άμβωνα ψηλό, καλή ακουστική, ποπκορν για το κοινό και ορμήσεις παρορμήσεις γενεών δεκατεσσάρων.
Έτσι πρέπει. Γιατί στην χώρα που κανείς δεν φταίει σε τίποτα, για τίποτα...η παραδοχή...περισσεύει.



Σφίζω αποριών λέϊντιζ εντ τζεντλ μεν, ενώ εσείς διαβάζεται το τυποτένιο ετούτο εδώ γραπτό, του

'νω΄συ-ρου Tin.